συγκρατάω

συγκρατάω
συγκρατάω / συγκρατώ (παρατατ. -ούσα), συγκράτησα βλ. πίν. 58 και πρβλ. συγκρατώ

Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • συγκρατώ — συγκρατώ, συγκράτησα βλ. πίν. 73 και πρβλ. συγκρατάω …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”